Σάββατο, Μαρτίου 18, 2006

Αϊ-Βασίλης και γιούλμπασι (yilbasi)

Μέχρι να μου έρθει όρεξη να συνεχίσω με το πολυτονικό, επιτρέψτε μου να σας συστήσω έναν εξαίρετο Τούρκο μελετητή, τον Polat Kaya. Ο Kaya έχει ασχοληθεί κυρίως με τις ρίζες των ινδοευρωπαϊκών και σημιτικών γλωσσών, και θεωρεί ότι οι γλώσσες αυτές κατασκευάστηκαν τεχνητά μέσω μιας διαδικασίας αποκοπής και επικόλλησης ("cut and paste") λέξεων ή φράσεων από τα αρχαία τουρκικά. Οι λέξεις που προέκυψαν με αυτόν τον τρόπο είναι, όπως λέει, τόσο καλά καμουφλαρισμένες (camouflaged) ώστε είναι σχεδόν αδύνατον να ανιχνευθεί η αληθινή τουρκική τους ρίζα.

Ας πάρουμε για παράδειγμα τη δήθεν ελληνική λέξη πολεμικός. Κατ' αρχάς, όπως εξηγεί ο Kaya, το P δεν είναι γράμμα εμπιστοσύνης, αφού μπορεί να αναπαριστά διαφορετικούς φθόγγους (π.χ. το "πι" ή το "ρο"). Επίσης, ύπουλοι αναγραμματιστές (anagrammatists) μπορούν να το στριφογυρίσουν, μετατρέποντάς το σε q, b ή d. Αυτή η χρήση "πολυπρόσωπων" γραμμάτων αποσκοπεί στην απόκρυψη της πραγματικής τουρκικής καταγωγής των λέξεων. Η σωστή, λοιπόν, ετυμολογία τού πολεμικός είναι:

DALAMASK (=σκυλοκαβγάς, άγρια πάλη)> DALAMASK-O (="είναι σκυλοκαβγάς")> POLISMEK-O (με δόλια αντικατάσταση του D)> POLEMIKOS

Ένα άλλο παράδειγμα είναι το εξίσου ψευδοελληνικό αγιοβασιλιάτικος:

YIL BASI GECESITI O (="είναι το βράδυ της πρωτοχρονιάς") > GIL-BASI-KASA[O]ITI-O > AGIOBASILIATIKOS (εδώ κι αν δεν οργίασαν οι αναγραμματιστές!)

Έχει κι άλλα πολλά (διάβασα τελευταίο το αγριοκάτσικον - τώρα ψάχνω για το αγριογκόμενα), που τελικά αποδεικνύουν ότι η Πρωτογλώσσα ήταν φυσικά η τουρκική, που ομιλούταν παγκοσμίως μέχρι και τα μισά τής πρώτης χιλιετίας π.Χ. Για τον ρόλο που έπαιξε σε αυτό η αρχαία τουρανική θρησκεία OGUZ (η πρώτη θρησκεία της ανθρωπότητας) και για περαιτέρω ενημέρωση μπορείτε να ανατρέξετε στα κείμενα του Τούρκου μελετητή.

Υ.Γ. Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα και -παραγλωσσολογικές- καταστάσεις σε γειτονικές τής Τουρκίας χώρες είναι καθαρά συμπτωματική.

Τετάρτη, Μαρτίου 08, 2006

Ήταν τονικό το πολυτονικό;

Λειτούργησε ποτέ, άραγε, το πολυτονικό ως πραγματικό τονικό σύστημα; Διαβάζουμε συχνά ότι τα εν λόγω σημεία επινοήθηκαν για την αποτύπωση -και, ενδεχομένως, τη διαφύλαξη- τής προσωδιακής εκφοράς των ελληνικών, σε μια περίοδο που αυτή είχε αρχίσει να χάνεται. Ή ακόμα και για να μάθουν να μιλούν "προσωδιακά" οι αλλόγλωσσοι ελληνομαθείς των αλεξανδρινών χρόνων.

Οι μελετητές, όμως, αποφαίνονται ότι η αρχικά περιορισμένη και ακανόνιστη χρήση των τόνων και των πνευμάτων σκοπό είχε την αποφυγή κάποιων συγχύσεων που προκαλούσε η ατονική γραφή. Χρησιμοποιούνταν, κυρίως, για τη διάκριση ομόγραφων λέξεων (είμι/ειμί, νόμος/νομός κτλ). Σε αυτήν την περιστασιακή επίθεση διακριτικών σημείων σε ορθογραφικά αμφίσημες λέξεις δύσκολα θα διέβλεπε κανείς πρόθεση γενικής καταγραφής τής προσωδίας, στα πλαίσια μιας "ρυθμιστικής" φωνητικής. Από το να αποτελούσε το πρώιμο πολυτονικό ένα είδος οδηγού για την "ορθή" προφορά τής ελληνικής, πολύ πιθανότερο φαίνεται να εξυπηρετούσε φιλολογικές και αναγνωστικές ανάγκες παρεμφερείς με αυτές μεταγενέστερων περιόδων- όταν είχε πλέον εκλείψει η προσωδία.

Ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος, στον οποίο αποδίδεται η επινόηση τού πολυτονικού, ήταν επίσης ο εμπνευστής του πρώτου συστήματος στίξης. Αν αναλογιστούμε ότι όλη του τη ζωή ασχολούταν με τη φιλολογική επιμέλεια σημαντικών λογοτεχνικών έργων τού παρελθόντος και ότι, γενικά, στην Αλεξάνδρεια πραγματοποιούταν τότε μία πρωτοφανούς έκτασης και έντασης φιλολογική εργασία, δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε τι είδους ανάγκες εξυπηρετούσε η δημιουργία και χρήση κάποιων διακριτικών σημείων. Σαν εργαλεία για τους φιλολόγους-επιμελητές εκείνης τής εποχής πρέπει, πρώτα απ' όλα, να τα δούμε. Ευρύτερη χρησιμοποίησή τους δεν πιστοποιείται και, για πολλούς αιώνες, οι μεν τόνοι ελάχιστα εμφανίζονταν στη γραφή, τα δε σημεία τής στίξης ακόμα λιγότερο, με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να εκλείψουν (τα σημερινά σημεία στίξης δεν είναι εξέλιξη εκείνων).

Ισχυρίζομαι, λοιπόν, σε πρώτη φάση, ότι το πολυτονικό δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αληθινά τονικό σύστημα, γιατί μάλλον ποτέ δεν χρησιμοποιήθηκε ως τέτοιο. Είναι απίθανο να διάβασε ποτέ κανείς «προσωδιακά» τα αρχαία ελληνικά στηριζόμενος σε κάποιες σκόρπιες οξείες, βαρείες και περισπωμένες. Όλα δείχνουν ότι επρόκειτο για διακριτικά και όχι φωνητικά σύμβολα. Μόνο έμμεσα, επομένως, μπορεί να ειπωθεί ότι δήλωναν τον προσωδιακό τονισμό. Η δε χρησιμότητά τους ήταν, εν πολλοίς, η ίδια που είναι σήμερα (π.χ. διάκριση των ομογράφων). Μόνο που ο μεταγενέστερος ισοχρονισμός των φωνηέντων και η εξαφάνιση τής προσωδίας κατέστησαν αυτά τα σημεία πιο απαραίτητα από πριν, αφού πλέον παρείχαν και πληροφορίες (για τον χρόνο, ιδίως, των φωνηέντων) απαραίτητες στους μελετητές τής αρχαίας ελληνικής. Αυτό εξηγεί, εν μέρει, και τους λόγους τής ευρύτερης χρήσης τους μετά τον δεύτερο μ.Χ. αιώνα (όταν, δηλαδή, είχε επικρατήσει ο δυναμικός τονισμός). Φυσικά, τότε υπήρχε πια και η καταλυτική παράμετρος Αττικισμός.

Στο επόμενο (με δόσεις θα το πάμε), κάποιες σκέψεις για τη μεσαιωνική καθιέρωση του πολυτονικού ως μόνιμου στοιχείου της γραφής και γιατί αυτή δεν μπορεί να εξεταστεί έξω από τα πλαίσια τής αττικιστικής παράδοσης.